Τα γονίδια διακρίνονται σε επικρατή και σε υπολειπόμενα.

  • Επικρατή γονίδια

Όταν βρίσκονται σε ένα χρωμόσωμα ή και στα δύο χρωμοσώματα ενός ζεύγους σωματικών χρωμοσωμάτων, τότε εμφανίζονται στους απογόνους τα χαρακτηριστικά που μεταφέρουν.

  • Υπολειπόμενα γονίδια

Για να εμφανιστούν στους απογόνους τα χαρακτηριστικά που μεταφέρουν, πρέπει τα γονίδια αυτά να υπάρχουν και στα δύο χρωμοσώματα ενός ζεύγους σωματικών χρωματοσωμάτων.
(σ.σ. Ένα μικρό παράδειγμα: Το χρώμα στα μάτια ελέγχεται από ένα γονίδιο. Στα μάτια των μεσογειακών λαών αυτό το γονίδιο περιέχει την πληροφορία: «χρώμα καστανό». Αυτό είναι το επικρατές γονίδιο, γιατί αρκεί ένα μόνο από τη μεριά του πατέρα ή της μητέρας ώστε ο απόγονος να έχει καστανά μάτια. Αντίθετα, το γονίδιο για τα γαλανά μάτια λέγεται «υπολειπόμενο», γιατί κάθε φορά που θα αντικρύσει δίπλα του το γονίδιο «χρώμα καστανό», ο απόγονος θα αποκτήσει καστανά μάτια. Άρα, το υπολειπόμενο γονίδιο πρέπει να έχει δίπλα του άλλο ένα ίδιο υπολειπόμενο γονίδιο, ώστε να επικρατήσουν οι δικές του πληροφορίες.)

Τα ομόλογα χρωμοσώματα φέρουν στις αντίστοιχες γονιδιακές θέσεις τις ίδιες γενετικές πληροφορίες. Τα γονίδια που ελέγχουν τις παραλλαγές ενός χαρακτηριστικού και καταλαμβάνουν αντίστοιχες γονιδιακές θέσεις στα ομόλογα χρωμοσώματα, ονομάζονται αλληλόμορφα γονίδια. Όταν τα αλληλόμορφα είναι ίδια, το κάβαλιερ που τα φέρει είναι ομόζυγο για το χαρακτηριστικό αυτό. Όταν τα αλληλόμορφα είναι διαφορετικά, το κάβαλιερ είναι ετερόζυγο για το χαρακτηριστικό αυτό. Το αλληλόμορφο του οποίου η δράση εκδηλώνεται στην ετερόζυγο κατάσταση ονομάζεται επικρατές γονίδιο και συμβολίζεται με κεφαλαίο γράμμα. Το αλληλόμορφο του οποίου η δράση δεν εκδηλώνεται στην ετερόζυγο κατάσταση ονομάζεται υπολειπόμενο γονίδιο και συμβολίζεται με μικρό γράμμα.