Στην εξέλιξη των ειδών, η Γεύση είναι μια από τις παλαιότερες αισθήσεις. Τα πρώτα πλάσματα που εμφανίστηκαν πάνω στον πλανήτη εξέλιξαν την αίσθηση της Γεύσης στην προσπάθειά τους να εντοπίσουν την τροφή, να ξεχωρίσουν τον κίνδυνο, να γλιτώσουν από τον πόνο ή τον θάνατο. Με την εξέλιξη των ζώων, το σύστημα της γεύσης εξελίχθηκε και εξειδικεύτηκε. Η γεύση προσφέρει ευχαρίστηση ή προκαλεί αηδία, κι αυτή η λειτουργία της συμβάλλει καίρια στην επιβίωση των ειδών. Οι άσχημες γεύσεις προειδοποιούν το ζώο ότι στο στόμα του έβαλε κάτι βλαπτικό και δύσπεπτο ή δηλητηριώδες, ενώ οι καλές γεύσεις υποδεικνύουν τις συνήθως ωφέλιμες και εύπεπτες ουσίες.
Επειδή ακριβώς παίζει σπουδαίο ρόλο στην επιβίωση, η Γεύση είναι από τις παλαιότερες αισθήσεις που τέθηκαν σε λειτουργία στον Σκύλο. Κατά τη γέννησή τους, τα νεογέννητα κουτάβια ανακαλύπτουν τον κόσμο μέσα από τις αισθήσεις της Αφής, της Γεύσης και της Όσφρησης. Ωστόσο, η αίσθηση της Γεύσης θέλει μερικές ακόμα βδομάδες ώσπου να οξυνθεί και να ωριμάσει.
Όπως και στους ανθρώπους, έτσι και στους σκύλους η αίσθηση της Γεύσης εξαρτάται από τους λεγόμενους γευστικούς κάλυκες. Αυτοί βρίσκονται στην επιφάνεια της γλώσσας. Μερικοί κάλυκες βρίσκονται και στον ουρανίσκο αλλά και στο πίσω μέρος του στόματος, εκεί που ξεκινά η επιγλωττίδα και ο φάρυγγας. Ο βαθμός ευαισθησίας της Γεύσης που διαθέτει ένα ζώο εξαρτάται από τον αριθμό και τον τύπο των γευστικών καλύκων που βρίσκονται στο στόμα του. Μεταξύ Ανθρώπου και Σκύλου, ο πρώτος βγαίνει νικητής, καθώς διαθέτει 9000 γευστικούς κάλυκες σε αντίθεση με τον δεύτερο που υπολείπεται με 1700. Για την κουβέντα, ας αναφέρουμε ότι η γάτα διαθέτει μόνο 470 γευστικούς κάλυκες.
Οι γευστικοί κάλυκες είναι χωρισμένοι σε ομάδες και κάθε ομάδα αναγνωρίζει διαφορετικά είδη γεύσης. Στον Άνθρωπο έχουμε ξεχωρίσει τέσσερις βασικές γεύσεις: γλυκιά, αλμυρή, ξινή και πικρή. Ήδη από τις πρώτες έρευνες βρέθηκε ότι στις ίδιες γεύσεις ανταποκρίνονται και οι κάλυκες του Σκύλου. Με μια σαφή διαφορά: την αλμυρή γεύση. Οι άνθρωποι και πολλά άλλα θηλαστικά έχουν εξόχως ανεπτυγμένη την αντίληψη της αλμυρής γεύσης. Το αλάτι το αναζητούμε σε μια τροφή και μας αρέσει στο φαγητό. Το αλάτι είναι απαραίτητο για να ισορροπήσουμε τη διατροφή μας. Οι σκύλοι, από την άλλη πλευρά, είναι κυρίως σαρκοφάγα ζώα και έξω στη φύση τρέφονται κυρίως με κρέας. Επειδή το κρέας παρουσιάζει ούτως ή άλλως υψηλή περιεκτικότητα σε νάτριο, οι παλαιοί πρόγονοι του Σκύλου είχαν ήδη επαρκή ποσότητα άλατος στη διατροφή τους και -ως εκ τούτου- δεν αναγκάστηκαν να αναπτύξουν εξειδικευμένους κάλυκες εντοπισμού του άλατος, όπως αναγκαστήκαμε εμείς, γιατί προφανώς το είχαν έτοιμοπαράδοτο στη διατροφή τους. Και σήμερα, ο Σκύλος τρέφεται με τροφές χωρίς πρόσθετη προσθήκη άλατος, επειδή ούτε το χρειάζεται ούτε το αποζητάει.
Οι σκύλοι, όμως, δεν είναι αποκλειστικά σαρκοφάγα ζώα αλλά κατατάσσονται στα παμφάγα, γεγονός που σημαίνει ότι δεν τρώνε μόνο κρέας αλλά και φυτά, φρούτα και λαχανικά. Ωστόσο, το 80% της διατροφής ενός σκύλου είναι το κρέας. Γιαυτό, εκτός από τους κάλυκες για τον εντοπισμό του γλυκού, του αλμυρού, του ξινού και του πικρού, οι σκύλοι έχουν εξειδικευμένους γευστικούς κάλυκες για τον εντοπισμό του κρέατος, των λιπαρών και διαφόρων πρωτεϊνούχων χημικών ουσιών. Οι σκύλοι αναζητούν και προτιμούν ό,τι περιέχει κρέας ή ουσίες παράγωγες του κρέατος.
Στον Σκύλο, οι γευστικοί κάλυκες εντοπισμού του γλυκού ανταποκρίνονται σε μια χημική ουσία που ονομάζεται φουρανεόλη. Αυτή η ουσία βρίσκεται σε πολλά φρούτα και στην τομάτα. Οι γάτες δεν εντοπίζουν καθόλου αυτή την ουσία. Φαίνεται πως στον Σκύλο εξελίχθηκε αυτή η γεύση επειδή στο φυσικό του περιβάλλον συχνά συμπλήρωνε τη διατροφή του με φρούτα (ενδεχομένως τον βοηθούσαν στην πέψη) και συχνά δε με φρούτα που είχε προηγουμένως καταναλώσει το μικρό ζώο-θήραμα του Σκύλου.
Σε γενικές γραμμές, οι γευστικοί κάλυκες των βασικών γεύσεων (γλυκό, αλμυρό, ξινό, πικρό) διανέμονται ως εξής: Οι κάλυκες του γλυκού βρίσκονται στο μπροστινό και πλαϊνό τμήμα της γλώσσας. Οι κάλυκες για το ξινό και το αλμυρό βρίσκονται στο πλάι και προς τα πίσω. Οι δε κάλυκες του αλμυρού είναι λιγοστοί και καλύπτουν πολύ μικρή επιφάνεια. Η πίσω πλευρά της γλώσσας είναι περισσότερο εξειδικευμένη στις πικρές γεύσεις. Όσο για τον εντοπισμό της γεύσης του κρέατος, οι εν λόγω κάλυκες είναι διάσπαρτοι στο κεντρικό μέρος της γλώσσας, κυρίως στα μπροστινά 2/3 της επιφάνειάς της. Πάντως, όλες οι περιοχές της γλώσσας μπορούν να ανταποκριθούν σε όλα τα είδη γευστικών ερεθισμάτων –αν τα ερεθίσματα είναι δυνατά: απλώς ορισμένα σημεία της γλώσσας είναι εξόχως πιο ευαίσθητα στα συγκεκριμένα γευστικά ερεθίσματα που προαναφέρθηκαν.
Επειδή ο Σκύλος απεχθάνεται τις πικρές γεύσεις, υπάρχουν στο εμπόριο διάφορα σπρέι και τζελ για να απομακρύνουν τον σκύλο από το μασούλημα επίπλων και αντικειμένων. Ωστόσο, αυτά τα «απωθητικά» είναι σκέτη αποτυχία και μάθετε γιατί: οι κάλυκες εντοπισμού της πικρής γεύσης βρίσκονται στο βάθος, στο πίσω μέρος της γλώσσας, πράγμα που σημαίνει ότι ο Σκύλος πρέπει να γλείφει και να δαγκώνει ασταμάτητα μέχρι να φτάσει η απαιτούμενη ποσότητα (σάλιου και τζελ) στο πίσω μέρος της γλώσσας του, για να αναγνωρίσει την πικρή γεύση και να σταματήσει. Πράγμα που αργεί να γίνει, το σάλιο είναι πάντα περισσότερο από την ποσότητα τζελ και το μασούλημα έχει ήδη καταστρέψει το έπιπλο.
Αξίζει να σημειώσουμε εδώ κάτι πολύ ενδιαφέρον: ο Σκύλος διαθέτει στην μπροστινή άκρη της γλώσσας του ειδικούς κάλυκες εντοπισμού του νερού. Γεγονός που σημαίνει ότι ενώ για τον Άνθρωπο το νερό είναι άνοστο, για τον Σκύλο έχει γεύση, τη «γεύση του νερού». Το ίδιο συμβαίνει και στις Γάτες και στα Σαρκοφάγα ζώα. Οι κάλυκες για το νερό βρίσκονται ακριβώς στο μπροστινό σημείο όπου η γλώσσα αναδιπλώνεται όταν πίνει νερό. Αυτό το σημείο της γλώσσας εντοπίζει πάντα το νερό, κι όταν ο Σκύλος έχει φάει αλμυρή ή γλυκιά τροφή τότε η ευαισθησία των καλύκων αυξάνεται. Οι επιστήμονες υπολογίζουν ότι οι κάλυκες για το νερό αναπτύχθηκαν από την ανάγκη του Σκύλου να έχει πάντα αρκετά εσωτερικά υγρά στο σώμα του, είτε για να αποβάλλει με τα ούρα του τις ουσίες που δεν χρειάζεται είτε για να βοηθήσει με τα υγρά την αποτελεσματικότερη πέψη.
Όπως προαναφέρθηκε, ο Σκύλος έχει σαφώς λιγότερους γευστικούς κάλυκες από τον ΄Ανθρωπο. Αυτό το έλλειμμα ωστόσο η Φύση το έχει υπερκαλύψει με την αίσθηση της Όσφρησης. Ό,τι δεν μπορεί να αναγνωρίσει γευστικά ο Σκύλος, το αναγνωρίζει οσφρητικά. Ο Σκύλος οσφραίνεται 1.000.000 φορές καλύτερα από τον Άνθρωπο, σύμφωνα με το The Merck Manual for Pet Health. Η δυνατή του Όσφρηση συμπληρώνει τη μετριότερη αίσθηση της Γεύσης που διαθέτει. Ο Σκύλος δεν έχει να ζηλέψει τίποτα από εμάς. Η Φύση ξέρει.
Χρυσάνθη Μιχαλοπούλου
ΠΗΓΕΣ
www.psychologytoday.com
Stanley Coren Ph.D., F.R.S.C. Stanley Coren Ph.D., F.R.S.C.
The Merck Manual for Pet Health
ευχαριστούμε τα κάβαλιερ: Charlie Elliot, Elvis, Sammie Sesame / copyright:C.Michalopoulou